Το μήλο βγήκε απ' τον Παράδεισο

Νίκος Σασόπουλος

Τελικά πέθανε και ο Μάνθος.

Διασωληνωμένος 17 μέρες, δεν άντεξε. Το πτώμα του θάφτηκε μετά από μια μέρα. Ήταν μόλις 89 ετών και πέθανε από υποκείμενο νόσημα. Ο κόσμος λυπήθηκε.

«Είχε πολλά να δώσει ακόμα...», κλαίγοντας, μπροστά στις κάμερες ο μοναδικός κληρονόμος του.

«Ο πρώτος του δίσκος ήταν καλός, μετά έγινε mainstream», έγραφαν οπαδοί του στα σόσιαλ μίντια. O Μάνθος δεν είχε καμία σχέση με τη μουσική, με ορυχεία ασχολούνταν.

Μετά από 40 μέρες, είχε ξεχαστεί, αλλά η ψυχή έπρεπε να φτάσει στον προορισμό της.

Όταν άνοιξε τα μάτια του, ένιωθε πολύ ελαφρύς. Παντού πράσινο, γαλάζιος ουρανός. Δεν το είχε καταλάβει πως πια δεν είχε σώμα. Μέχρι που συνάντησε κι άλλους νεκρούς που συμπεριφέρονταν περίεργα.

Μια σπάνια μετάλλαξη του Covid είχε κολλήσει και την ψυχή τους.

Ο Θεός είχε επιστρατεύσει τους καλύτερους ιατρούς που είχαν πεθάνει ώστε να βρουν θεραπεία για το νέο ιό. Ο Παράδεισος δεν ήταν όπως τον ξέραμε.

Σε διάγγελμα Του, τόνισε πως θα πρέπει όλες οι ψυχές να απομονωθούν για μόλις δύο αιώνες, μέχρι να λιγοστέψουν τα κρούσματα και να επιπεδωθεί η καμπύλη. Το Rt ήταν πολύ υψηλό, έτσι όμως θα επέστρεφαν στην κανονικότητα.

Ο πρώτος αιώνας κύλησε ήρεμα στον Παράδεισο. Κάθε ψυχή με τα μάτια κλειστά, ανέμενε καρτερικά να περάσει ο καιρός ώσπου να βρεθεί η θεραπεία.

Μέχρι που η ψυχή του Μάνθου αποφάσισε να σπάσει την καραντίνα για βόλτα και είδε τον Θεό να περιφέρεται στους κήπους της Εδέμ. Παρατήρησε κάτι που την εξόργισε.

Ο δημιουργός του σύμπαντος, μιλούσε κρυφά με ένα φίδι. Τρώγανε, έπιναν, γέλαγαν μαζί. Ήταν έτοιμος να φάει από φρούτο που του προσφέρθηκε.

«Θεέ! Τι κάνεις εκεί;», τον ρώτησε όταν τον είδε να πηγαίνει να δαγκώσει το μήλο.

«Τι κάνω;;», είπε, προσπαθώντας να κλωτσήσει κρυφά και περίτεχνα το μήλο, με δύναμη, τόση, που από τον Παράδεισο βγήκε και έπεσε στη Γη. 

Οι υπόλοιποι Παραδεισιανοί θορυβήθηκαν, ξύπνησαν, αντιλήφθηκαν τι γίνεται και αποφάσισαν να πάνε όλοι στην κόλαση. Ο Θεός είχε μείνει μόνος αλλά δεν του κακοφάνηκε: «ας πάνε στην κόλαση, στα π#π#ρια μου, ποτέ δε ζήτησα τέτοιο φλώρικο κοινό», σκέφτηκε, έβγαλε ένα τρίφυλλο, άνοιξε μια μπύρα και μεταμόρφωσε όλο τον Παράδεισο σε μπαρ που έπαιζε Judas Priest. Ήθελε να μείνει λίγο μόνος να σκεφτεί.

Το φίδι έπεσε κι αυτό στην προσπάθεια του να κρυφτεί. Μην μπορώντας να επιστρέψει στα αμαρτωλά σοκάκια της Εδέμ, πήρε ανθρώπινη μορφή. Όνειρο του πια δεν είναι να αποπλανεί. Αλλά να κάνει μεσημεριανές εκπομπές. Ακούει στο όνομα Αϊάνα. Χωρίς ταυ.

*από τη συλλογή “Love, Death and Tsiodras”, κεφάλαιο “Σσσσσ”.


Σχόλια χρηστών

Για να συμμετέχετε στην συζήτηση πρέπει να γίνετε μέλη. Λάβετε μέρος σε κάποια συζήτηση κάνοντας roll-over στο αρχικό σχόλιο και πατήστε το κουμπί "Απάντηση". Για να εισάγετε ένα νέο σχόλιο χρησιμοποιήστε την φόρμα στο τέλος της λίστας.

Για να σχολιάσετε αυτό το άρθρο θα πρέπει να είστε εγγεγραμμένο μέλος