Στης πισίνας τα νερά

Θοδωρής Τσοκανής

Μπήκε που λες η άνοιξη (τρόπος του λέγειν μπήκε) και στης πισίνας τα νερά τα πράγματα είναι πιο ηλιόλουστα, πιο νηπενθή, πιο κολυμβητικά, λαμπερά και υπέροχα.

Τώρα λοιπόν που μπήκε η άνοιξη και τα λουλούδια ανθίζουν ξεκίνησαν όπως κάθε χρόνο και τα πιτσιρίκια να ‘ρχονται με τον προπονητή τους τον Παναγιώτη να μάθουν να κολυμπούν στα γάργαρα νερά. Ζώνονται λοιπόν τα σωσίβια, διπλώνονται με τα φελιζόλ τα μακαρόνια και βουτούν στα νερά και πλάτσα πλούτσα και που και που κανένα σκυλοπνίγεται και ο προπονητής του βάζει τις φωνές αλλά το κλου είναι μετά, στα αποδυτήρια που πρέπει να ντουζαριστούν και να ντυθούν. 

Επροχθές λοιπόν ήταν ένα δύσμοιρο, 6-7 χρονώ και έτρεμε το σαγονάκι του (παρόλο που δεν είχε κρύο) και ντρεπότανε να γδυθεί μπροστά στους άλλος και κοιτούσε γύρω γύρω με φόβο – ή τρόμο μη σου πω – και θυμήθηκα εμένα στην ίδια ηλικία που έτρεμε το σαγονάκι μου και το έσκαγα απ’ την πισίνα που καθόλου δεν την ήθελα τότε και κρυβόμουν στις τουαλέτες και με έβρισκε ο βοηθός προπονητή και με έσουρνε απ τ αυτί και με βούταγε πάλι μέσα κι εγώ μυξόκλαιγα κι έλεγα ψέματα ότι πονάει η κοιλίτσα μου.

Όταν ήρθε η ώρα να ντυθεί το πιτσιρίκι, ανακαλύπτει με φρίκη ότι η μαμά του δεν του έχει βάλει βρακί να βάλει κι έχει μείνει ενεός κρατώντας στο να χέρι την πετσέτα, στ’ άλλο χέρι τη φόρμα (τσιγάρο δεν είχε μικρό παιδί) και κοιτούσε με απορία μέχρι που ο προπονητής του είπε να βγάλει το μαγιό και να φορέσει μόνο τη φόρμα κι εγώ του είπα να πει στη μανούλα (την άσπλαχνη, τη Μήδεια) να του βάζει βρακάκι να μην κρυώνει.

Από την άλλη βέβαια και μιας και μπήκε η άνοιξη, αυξάνονται και πληθαίνουν οι θειές κάθε πρωί μιας και τώρα ο βοριάς δεν παγώνει τ αρνάκια – ούτε βέβαια κι ο λίβας καίει τα σπαρτά - και προχθές πάλι εκεί που κολυμπούσα αμέριμνος με το κεφάλι μέσα στο νερό ήρθε μια θειά ενδεδυμένη αμαζόνα, με τα βατραχοπέδιλά της, το σωσίβιό της, τη σανίδα της και το σκουφάκι με τα άνθη τα επιπλέοντα και δίνει μια και βουτά μισό μέτρο από μένα – μπλουφ – κι έπεσα πάνω της. Αυτό που την έσωσε από το στραγγάλισμα ήταν ότι είχε τη λεπτότητα να μην ζητήσει τα ρέστα όταν έβγαλα το κεφάλι απ’ το νερό για να δω αν έπεσα σε παγόβουνο ή βράχο. Της είπα σχεδόν ευγενικά να προσέχει, με έγραψε στα λουλουδάκια της τα επιπλέοντα και συνεχίσαμε το πρόγραμμά μας ανενόχλητοι.

Και μιας και μπήκε η άνοιξη και τα πουλάκια κελαηδούν, ο συνκολυμβητής, αοιδός, γυμνιστής, έκοψε τα τεθλιμμένα της Βίκυς της Λέανδρος στα ντουζ και έχει πιάσει το Γιώργο τον Νταλάρα και τον αναπαράγει με περισσό λυγμό και πάθος κάτω απ το ντουζ με το μαγιό κατεβασμένο στα γόνατα και το «Έχω ένα καφενέ» στα χείλη – προς μεγάλη φρίκη του κυρ Σωτήρη ο οποίος σοκάρεται αισθητικά – και όχι μόνο.

Με τον οποίο κυρ Σωτήρη οι συζητήσεις καθημερινά είναι απόλυτα ενδιαφέρουσες και μνημειώδεις. Σου μεταφέρω αυτολεξεί:

• (Όταν μπαίνω στα αποδυτήρια) Τώρα ήρθες; 

Ναι

• (Όταν βγαίνω απ την πισίνα) Τελείωσες;

Ναι, αύριο πάλι.

• (Όταν ντύνομαι εντελώς και χαιρετάω) Στη δουλειά πας;

Ναι.

Κι έτσι αισθάνομαι ότι έχω κι εγώ έναν άνθρωπο να μοιραστώ την καθημερινότητά μου και τα βάσανά μου, ένα φίλο, έναν αδερφό.

Όπως και να το κάνεις όμως, στης πισίνας τα νερά τώρα που είναι άνοιξη και ο ήλιος λάμπει, περνάς ωραία.


Σχόλια χρηστών

Για να συμμετέχετε στην συζήτηση πρέπει να γίνετε μέλη. Λάβετε μέρος σε κάποια συζήτηση κάνοντας roll-over στο αρχικό σχόλιο και πατήστε το κουμπί "Απάντηση". Για να εισάγετε ένα νέο σχόλιο χρησιμοποιήστε την φόρμα στο τέλος της λίστας.

Για να σχολιάσετε αυτό το άρθρο θα πρέπει να είστε εγγεγραμμένο μέλος